Σε μία περίοδο που η ένταση της επίθεσης στη νεολαία, τον κόσμο της εργασίας και την κοινωνία οξύνεται, το κράτος εκτάκτου ανάγκης, δηλαδή η διαδικασία επιβολής του κράτους σε αντιδιαστολή με τη διαδικασία απόσπασης συνέναισης μεταπολιτευτικά, επιχειρείται να γίνει κανονικότητα. Αυτό το βιώνουμε σε διάφορες πτυχές της κοινωνικής και πολιτικής ζωής. Αυτό το βλέπουμε από την όξυνση της εργασιακής εκμετάλευσης (ανεργία, επισφάλεια, κατάργηση εργασιακών δικαιωμάτων, εργοδοτική τρομοκρατία), την περιστολή των πολιτικών δικαιωμάτων και των ελευθεριών μας (απαγορεύσεις διαδηλώσεων, λογοκρισία, ποινικοποίηση συνδικαλισμού), την κατασκευή του εσωτερικού εχθρού μέσω της κατάστασης εξαίρεσης (στρατόπεδα συγκέντρωσης, φυλακές τύπου Γ, διακρίσεις βάσει ταυτότητας φύλου και σεξουαλικού προσανατολισμού, μεταναστευτικό). Στα καθ’ ημάς, το παραπάνω πλαίσιο περιγράφεται μέσα από τη μετατροπή της δημόσιας και δωρεάν παιδείας σε παροχή για λίγους και εκλεκτούς και από τον μετασχηματισμό της ίδιας της εκπαιδευτικής διαδικασίας.
Σε μία περίοδο που η ένταση της επίθεσης στη νεολαία, τον κόσμο της εργασίας και την κοινωνία οξύνεται, το κράτος εκτάκτου ανάγκης, δηλαδή η διαδικασία επιβολής του κράτους σε αντιδιαστολή με τη διαδικασία απόσπασης συνέναισης μεταπολιτευτικά, επιχειρείται να γίνει κανονικότητα. Αυτό το βιώνουμε σε διάφορες πτυχές της κοινωνικής και πολιτικής ζωής. Αυτό το βλέπουμε από την όξυνση της εργασιακής εκμετάλευσης (ανεργία, επισφάλεια, κατάργηση εργασιακών δικαιωμάτων, εργοδοτική τρομοκρατία), την περιστολή των πολιτικών δικαιωμάτων και των ελευθεριών μας (απαγορεύσεις διαδηλώσεων, λογοκρισία, ποινικοποίηση συνδικαλισμού), την κατασκευή του εσωτερικού εχθρού μέσω της κατάστασης εξαίρεσης (στρατόπεδα συγκέντρωσης, φυλακές τύπου Γ, διακρίσεις βάσει ταυτότητας φύλου και σεξουαλικού προσανατολισμού, μεταναστευτικό). Στα καθ’ ημάς, το παραπάνω πλαίσιο περιγράφεται μέσα από τη μετατροπή της δημόσιας και δωρεάν παιδείας σε παροχή για λίγους και εκλεκτούς και από τον μετασχηματισμό της ίδιας της εκπαιδευτικής διαδικασίας.